агонизировать - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

агонизировать - translation to πορτογαλικά


агонизировать      
agonizar , estar em agonia, estar agonizante
хрипеть      
(хрипло говорить) estar rouco, rouquejar , ter a voz rouca ; (агонизировать) estertorar , agonizar
agonizar      
огорчать, беспокоить, мучить, быть в агонии, агонизировать, (перен.) доживать последние дни (о чем-л.)

Ορισμός

агонизировать
несов. неперех.
Быть в состоянии агонии.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για агонизировать
1. Если большой хоккей в Тольятти агонизирует - всем бы так агонизировать.
2. Но популярность блатной эстетики в нашей стране будет агонизировать еще долго.
3. Лучше агонизировать в нищете или же быть здоровыми в состоятельном существовании?..
4. Но агонизировать на широкой политической арене без последствий для окружающих невозможно.
5. Между тем не только производители крепкого спиртного, но и слабоалкогольный рынок России скоро если и не начнут агонизировать, то впадут в спячку.